Τρεις θλιβερές «πρωτιές» καταγράφει η Ελλάδα στο κάπνισμα

Στην Ελλάδα έχουμε τα υψηλότερα ποσοστά καπνιστών, τα υψηλότερα ποσοστά καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, καθώς και τα υψηλότερα ποσοστά παθητικού καπνίσματος στο οικογενειακό περιβάλλον! 

Ενθαρρυντικό είναι πάντως το στοιχείο ότι επτά στους δέκα Ελληνες καπνιστές δηλώνουν την επιθυμία να κόψουν το κάπνισμα, όμως από αυτούς μόνο το 3-5% αναμένεται να τα καταφέρει, εξαιτίας της εντονότατης εξάρτησης από τη νικοτίνη – γι’ αυτό και χρειάζεται βοήθεια σε εξειδικευμένο κέντρο.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το Eurobarometer 2009: 42% των Ελλήνων καπνίζουν (από αυτούς 32%, καθημερινά). Οι Βούλγαροι μας ακολουθούν με 38%, στη συνέχεια οι Ρουμάνοι, Ούγγροι και Λιθουανοί με 37%, ενώ οι Σουηδοί, Φινλανδοί και Σλοβένοι φαίνεται να είναι τελευταίοι στη λίστα, με ποσοστά κοντά στο 20%. Επίσης, 60% των Ελλήνων φαίνεται ότι εκτίθενται σε καπνό σε δημόσιους χώρους, ενώ μόνο 10% σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Σουηδία και η Φινλανδία! Αυτό αποδίδεται στο ότι η απαγόρευση δεν αποτελεί νόμο αυστηρό με σημαντικές επιπτώσεις όταν καταπατάται.
Η πιθανότητα έκθεσης στον καπνό σε δημόσιους χώρους αυξάνεται όταν το μορφωτικό επίπεδο είναι χαμηλό και υπάρχει χειρωνακτική εργασία ή αυτοαπασχόληση. Τέλος, οι Ελληνες καπνιστές αδιαφορούν για τους γύρω τους, ακόμη και για τα παιδιά τους. Συγκεκριμένα, 30% των Ελλήνων εκθέτει τους μη καπνίζοντες στο σπίτι του σε καπνό, ενώ οι Γάλλοι μόνο 7%.
Η ιατρική ανάγκη διακοπής του καπνίσματος καθίσταται επίκαιρη και επιτακτική λόγω της νομοθεσίας για την απαγόρευση του καπνίσματος σε κλειστούς χώρους από τον Ιούλιο του 2009 και στη χώρα μας. Δυστυχώς όμως, ήδη ο νόμος αυτός έχει ατονήσει λόγω των «δυνατοτήτων διαφυγής και εξαίρεσης», που λίγους μήνες μόνο μετά την ανακοίνωσή του τον έχουν καταστήσει σχεδόν ανενεργό. Και μόνο για οικονομικούς λόγους, το κράτος θα έπρεπε να ενδιαφέρεται για τη διακοπή καπνίσματος σε αυτή την περίοδο οικονομικής κρίσης. Το κάπνισμα ευθύνεται για δαπάνες 1,4% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ποσό το οποίο αντιστοιχεί σε πάνω από 130 δισ. ευρώ!
Τα παραπάνω επισήμανε η λέκτορας Πνευμονολογίας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών Παρασκευή Α. Κατσαούνου, ΓΝΑ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ», σε ενημερωτική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην Κύπρο, τονίζοντας πως η διακοπή του καπνίσματος είναι ιδιαίτερα δύσκολη (αναφερόμενα ποσοστά επιτυχίας 3-5%), όταν γίνεται μεμονωμένα και με ατομική και μόνο προσπάθεια.
Επιπλέον, ακόμη και οι λίγοι που τα καταφέρνουν και δηλώνουν αποφασισμένοι να παραμείνουν μακριά από το τσιγάρο, συχνά υποτροπιάζουν. Τα ποσοστά αυτά είναι ιδιαίτερα χαμηλά ακόμη και όταν υπάρχει ιατρικός λόγος που επιβάλλει τη διακοπή καπνίσματος, όπως στους εμφραγματίες (14%).
Η μεγάλη δυσκολία στη διακοπή του καπνίσματος δεν θα πρέπει να ερμηνευτεί ως αδιαφορία των καπνιστών για την υγεία τους ή ανοησία. Απλώς αναδεικνύει ουσιαστικά την εντονότατη ψυχολογική και σωματική εξάρτηση την οποία προκαλεί το τσιγάρο, ώστε, όπως όλες οι εξαρτησιογόνες ουσίες, απαιτεί όχι μόνο ισχυρότατη βούληση αλλά και εξειδικευμένη ιατρική βοήθεια για να επιτευχθεί απεξάρτηση.
«Το κάπνισμα αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για τη υγεία. Θεωρείται υπεύθυνο για πολλά νοσήματα όπως ο καρκίνος, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, η στεφανιαία νόσος, τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, οι περιφερικές αγγειοπάθειες, το πεπτικό έλκος, ενώ επηρεάζει τη διάπλαση και την ανάπτυξη των εμβρύων και των νεογνών. Ενας στους τρεις καπνιστές υπολογίζεται ότι θα πεθάνει νωρίτερα από ασθένειες σχετιζόμενες με τον καπνό» υπογράμμισε η πνευμονολόγος Τόνια Αδαμίδη, γραμματέας της Πνευμονολογικής Εταιρείας Κύπρου, αναπληρώτρια διευθύντρια Πνευμονολογικής Κλινικής Νοσοκομείου Λευκωσίας.
«Σήμερα», όπως ανέφερε, «συνολικά υπολογίζεται ότι υπάρχουν 1,1 δισεκατομμύρια καπνιστές που αποτελούν πέραν του 1/3 του πληθυσμού της Γης. Οι άνδρες καπνιστές είναι πολύ περισσότεροι από τις γυναίκες, ενώ στις υπό ανάπτυξη χώρες αυξάνεται σημαντικά η καπνιστική συνήθεια στο γυναικείο πληθυσμό».
Ελευθεροτυπία, Τρίτη 1 Ιουνίου 2010
Της ΣΟΦΙΑΣ ΝΕΤΑ

Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.