Το κάπνισμα δεν είναι μια απομονωμένη συνήθεια, αλλά σχετίζεται άμεσα με άλλες απολαύσεις, όπως το φαγητό, το ποτό και οι κοινωνικές σχέσεις, σύμφωνα με παγκόσμια μελέτη που έδωσε σήμερα στη Δημοσιότητα το Ίδρυμα για Έναν Κόσμο χωρίς Καπνό. Η Ελλάδα εντάσσεται μεταξύ των χωρών που το τσιγάρο σχετίζεται άμεσα με το φαγητό, τον καφέ και το ποτό. Κι ενώ οι Έλληνες καπνιστές αναγνωρίζουν ότι τσιγάρο κάνει κακό στην υγεία, σε ποσοστό 90% δηλώνουν εξαρτημένοι απ’ αυτό και μόνο το 39% σκέφτεται να το κόψει.
Η μελέτη “State of Smoking Survey 2018” έγινε σε δείγμα 17.421 νυν, πρώην και μη καπνιστών, 18 ετων και άνω, από 13 χώρες (Βραζιλία, Γαλλία, Ελλάδα, Ινδία, Ισραήλ, Ιαπωνία, Λίβανος, Μαλάουι, Νέα Ζηλανδία, Ρωσία, Νότια Αφρική, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ), με στόχο την καλύτερη κατανόηση της καπνιστικής συνήθειας και τον σχεδιασμό καλύτερων πολιτικών διακοπής του καπνίσματος.
Σύμφωνα με τα κύρια ευρήματα της μελέτης, το κάπνισμα δεν είναι μια απομονωμένη συνήθεια. Για τους περισσότερους καπνιστές, το κάπνισμα είναι μέρος άλλων βασικών απολαύσεων, όπως το φαγητό, το ποτό, η κοινωνικοποίηση και οι σχέσεις. Και οι παραδοσιακές μέθοδοι διακοπής του καπνίσματος αποτυγχάνουν να το λάβουν υπόψη και γι’ αυτό πολλοί καπνιστές αποτυγχάνουν.
Η Ελλάδα, η Ιαπωνία και ο Λίβανος είναι οι τρεις χώρες, όπου το τσιγάρο σχετίζεται με την κατανάλωση καφέ/τσαγιού (91% των ελλήνων καπνιστών), μετά το φαγητό (84%) και με το ποτό (76%).
Οι καπνιστές γνωρίζουν ότι το κάπνισμα είναι επιβλαβής συνήθεια και πολλοί θεωρούν ότι έχουν λιγότερη υγεία από τους μη καπνιστές, αλλά δεν ζητούν βοήθεια από επαγγελματίες υγείας ή δεν αναζητούν λύσεις. Οι συντάκτες της μελέτης σημειώνουν ότι τα συστήματα υγείας θα πρέπει να εμπλέξουν περισσότερο καπνιστές και επαγγελματίες υγείας στον σχεδιασμό πιο αποτελεσματικών εργαλείων διακοπής του καπνίσματος.
Η Βραζιλία (96%), η Ελλάδα (95%) και ο Λίβανος (92%) είναι οι τρεις πρώτες χώρες που οι πολίτες γνωρίζουν ότι το τσιγάρο κάνει καλό στην υγεία των καπνιστών και των γύρω τους, αλλά παράλληλα πιστεύουν ότι οι προειδοποιήσεις επί των καπνικών προϊόντων είναι υπερβολικές (53%, 47% και 50%, αντίστοιχα).
Επίσης, φαίνεται να υπάρχει σύγχυση μεταξύ των καπνιστών για τις επιβλαβείς επιπτώσεις του τσιγάρου και τα λιγότερο επιβλαβή καπνικά προϊόντα, γεγονός που μπαίνει εμπόδιο στην προσπάθεια διακοπής.
Το βασικό κίνητρο για τη διακοπή του καπνίσματος είναι σε όλες τις χώρες η ανησυχία για τις επιπτώσεις στην υγεία (στην Ελλάδα το ποσοστό είναι 77%, το υψηλότερο του δείγματος) και ακολουθούν η τιμή των καπνικών προϊόντων και η επιθυμία φίλων και συγγενών.
Πάντως θα πρέπει να σημειωθεί ότι μεγάλο ποσοστό των καπνιστών του δείγματος δήλωσε ότι έχει προσπαθήσει να διακόψει το κάπνισμα, αλλά χωρίς βοήθεια, ενώ όσοι αναζήτησαν βοήθεια επρόκειτο για θεραπεία υποκατάστασης της νικοτίνης και συνταγογραφούμενα φάρμακα. Στη Γαλλία, την Ελλάδα, την Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, οι καπνιστές ανέφεραν ότι κατά κύριο λόγο είχαν κάνει χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου και άλλων εναλλακτικών τρόπων λήψης νικοτίνης για να μειώσουν τον αριθμό των τσιγάρων ή να διακόψουν εντελώς το κάπνισμα.
«Ελπίζω η παρούσα έρευνα να κινητοποιήσει το ένα δισεκατομμύριο καπνιστές να σταματήσουν να καπνίζουν και να γίνουν το εφαλτήριο για μια ουσιαστική συζήτηση για τους πολλούς λόγους που τόσοι άνθρωποι συνεχίζουν να καπνίζουν και να καταστεί σαφής η επείγουσα ανάγκη για τον σχεδιασμό αποτελεσματικών πολιτικών διακοπής του καπνίσματος», σημείωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο Δρ Ντέρεκ Γιατς, πρόεδρος του Ιδρύματος για Έναν Κόσμο χωρίς Καπνό.
Και πρόσθεσε ότι «με την καλύτερη κατανόηση των κινήτρων για την έναρξη του καπνίσματος, και των εμποδίων για τη διακοπή του, μπορούμε να μειώσουμε τις αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία όλων αυτών που είναι παγιδευμένοι στον φαύλο κύκλο της εξάρτησης από τη νικοτίνη».
Κλείνοντας την παρέμβασή του ο Δρ Γιατς είπε ότι, «στην εποχή της εξατομικευμένης ιατρικής, είναι λογικό να πάψουμε να θεωρούμε τους καπνιστές ως μια ομοιογενή ομάδα και να αρχίσουμε να αναπτύσσουμε μια ευρεία γκάμα λύσεων διακοπής του καπνίσματος, που θα επιτρέπουν στον καπνιστή να επιλέξει τη μέθοδο που του ταιριάζει και εν τέλει να μειωθεί το κακό, η νοσηρότητα και η θνησιμότητα που προκαλεί το κάπνισμα».
health.in.gr