X

Ραγδαία αύξηση των εφήβων καπνιστών

Έντονο είναι το πρόβλημα του ραγδαίου ρυθμού αύξησης των εφήβων καπνιστών και, όπως καταδεικνύουν σχετικές έρευνες, η επιρροή για το κάπνισμα προέρχεται είτε από τους γονείς και το συγγενικό περιβάλλον, είτε από τους φίλους ή τους συνομηλίκους. Η δε χρήση του τσιγάρου, στις ηλικίες αυτές, σχετίζεται και με πολλές άλλες ανθυγιεινές συνήθειες.

Σε έρευνα στον ελληνικό πληθυσμό, με μαθητές και μαθήτριες γυμνασίων και λυκείων της χώρας, ενώ τα ποσοστά των μαθητών και μαθητριών που καπνίζουν είναι 6,6% και 5% αντίστοιχα στο γυμνάσιο, τα ποσοστά αυτά αυξάνουν δραματικά στο λύκειο – δηλαδή φτάνουν στο 23,5% και 22,2% αντίστοιχα. Επιπλέον, οι μαθητές που είναι πιο επιρρεπείς προς το κάπνισμα είναι αναλόγως πιο αρνητικοί προς την άσκηση και τα σπορ, την υγιεινή διατροφή και πιο θετικοί προς τη βία στα γήπεδα και τη χρήση ναρκωτικών ουσιών.

Τα παραπάνω προκύπτουν από εργασία του καθηγητή στο ΤΕΦΑΑ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Γιάννη Θεοδωράκη, σύμφωνα με τον οποίο, θετικές στάσεις προς την άσκηση συνδέονται με αρνητικές στάσεις προς το κάπνισμα.

Η άσκηση, διευκρινίζει ο καθηγητής, βοηθάει τα άτομα να παραμένουν αρνητικά στην απόκτηση μιας κακής συνήθειας, όπως είναι το κάπνισμα. Γενικότερα, προσθέτει, οι διαδικασίες διαμόρφωσης ή αλλαγής στάσεων σε θέματα υγείας – μεταξύ των οποίων η χρήση ναρκωτικών ουσιών, το αλκοόλ, η κακή διατροφή, η αποχή από την άσκηση, η βίαιη συμπεριφορά και το κάπνισμα – έχουν κοινά σημεία ή ακολουθούν παράλληλες πορείες. Καθώς η ενημέρωση και η πληροφόρηση παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των στάσεων των ατόμων, ο αγώνας της ενημέρωσης και της επιμόρφωσης, ιδίως στο νεαρό πληθυσμό, για τα αρνητικά του καπνίσματος και τα θετικά της άσκησης, είναι μια καλή στρατηγική προσέγγισης του ζητήματος.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των αθλητών, σύμφωνα πάντα με τον κ. Θεοδωράκη, δεν καπνίζει. Σε μια έρευνα με άτομα που έτρεχαν, μόνο το 2% ανέφερε ότι κάπνιζε 20 ή περισσότερα τσιγάρα την ημέρα. Υπήρξε, επίσης, αρνητική συσχέτιση μεταξύ της χρήσης τσιγάρου και της εβδομαδιαίας προπόνησης σε χιλιομετρικές αποστάσεις. Το 70% των καπνιστών, όταν άρχισε να ασχολείται με το τζόκινγκ ή γενικά με το τρέξιμο, σταμάτησε να καπνίζει.

Σε άλλες έρευνες, η άσκηση έδειξε να έχει θετική επίδραση στην αποχή από το κάπνισμα για μεγάλο χρονικό διάστημα ή τα άτομα που αύξησαν το ποσοστό ενασχόλησης τους με την άσκηση κάπνιζαν λιγότερο από αυτούς που δεν γυμνάζονταν. Παρόμοια αποτελέσματα εντοπίζονται και σε άλλη μελέτη, στην οποία φαίνεται ότι τα άτομα που είναι αθλητές ή απλά ασχολούνται με τα σπορ παρουσιάζουν χαμηλότερο ποσοστό καπνίσματος.

Σχετική έρευνα σε ελληνικό πληθυσμό έδειξε ότι όσο αυξάνει η ηλικία των ατόμων, τόσο μειώνεται η ενασχόλησή τους με την άσκηση, ενώ, αντίθετα, αυξάνει ο αριθμός των τσιγάρων που καπνίζουν. Επίσης, όσο αυξάνονται τα χρόνια της ενασχόλησης με την άσκηση, τόσο μειώνεται ο αριθμός των τσιγάρων που καπνίζουν. Επιπλέον, όσοι είναι εν ενεργεία αθλητές καπνίζουν λιγότερο, εν συγκρίσει με αυτούς που δεν είναι αθλητές, αλλά και όσοι ήταν παλαιότερα ασκούμενοι καπνίζουν λιγότερο, σε σύγκριση με αυτούς που δεν είχαν ποτέ καμία ενασχόληση με την άσκηση.

Επίσης, άλλες ανασκοπήσεις -όπως τονίζει ο καθηγητής- έδειξαν ότι σε αρκετές περιπτώσεις, η άσκηση βοήθησε στην ελάττωση του καπνίσματος, ενώ σε γενικές γραμμές όσο πιο πολύ ασκούνται τα άτομα, τόσο πιο λίγο καπνίζουν. Φαίνεται ότι η άσκηση αποτρέπει τα άτομα από τη συνήθεια του καπνίσματος ή ενισχύει την προσπάθεια των καπνιστών να περιορίσουν ή να διακόψουν το κάπνισμα. Βέβαια, η άσκηση δεν προτείνεται άμεσα ως μέσο μείωσης του εθισμού, αλλά ως εναλλακτική τεχνική απασχόλησης, ή απόσπασης ή μετατόπισης της προσοχής από τις τυπικές συνήθειες των καπνιστών, ως διαδικασία συναισθηματικής κάλυψης, με τη συνδρομή μιας ευχάριστης ενασχόλησης, και ως διαδικασία που εισάγει στον υγιεινό τρόπο ζωής, γενικά.

Η προσθήκη, ωστόσο, φυσικών δραστηριοτήτων και άσκησης σε προγράμματα διακοπής καπνίσματος, έχει όπως εξηγεί ο κ. Θεοδωράκης, τις δυσκολίες της. Το χαμηλό επίπεδο φυσικής κατάστασης πολλών ατόμων μπορεί να λειτουργεί ανασταλτικά, όταν αυτά προσπαθούν να ασκηθούν και να μην καπνίσουν. Ίσως να χρειάζεται χαμηλό ή μεσαίο επίπεδο έντασης των προγραμμάτων άσκησης, για να έχουν τα καλύτερα αποτελέσματα, ιδιαίτερα όσοι έχουν και προβλήματα υγείας.

Βεβαίως -προσθέτει στη συνέχεια- το χαμηλό επίπεδο φυσικής κατάστασης δεν είναι, συνήθως, πρόβλημα στα άτομα. Πράγματι, εξηγεί, σχετική έρευνα έδειξε ότι ακόμα και πρόγραμμα φυσικής δραστηριότητας που περιελάμβανε 15 λεπτά γρήγορο περπάτημα ήταν ικανό να προκαλέσει μείωση της έντονης επιθυμίας για κάπνισμα και των ανάλογων στερητικών συνδρόμων και κατά τη διάρκεια της άσκησης και μετά από την άσκηση. Πολλές φορές, βέβαια, η άσκηση μπορεί να είναι ευεργετική στα άτομα μόνο ως μηχανισμός απόσπασης ή μετατόπισης της προσοχής.

Ο συνδυασμός του επιπέδου άσκησης και των τεχνικών αντιμετώπισης αρνητικών ψυχολογικών καταστάσεων, τελικά, είναι αναγκαίος για να μην έχουμε φαινόμενα παραιτήσεων. Η συμβουλευτική μπορεί να βοηθήσει στην οργάνωση των καθημερινών δραστηριοτήτων, να κατευθύνει τα άτομα να χρησιμοποιούν την άσκηση ως τεχνική αντιμετώπισης της διαρκώς αυξανόμενης ή σφοδρής επιθυμίας για κάπνισμα και όλων των συναφών συμπτωμάτων, όπως είναι οι διαταραχές του ύπνου, της αυτοσυγκέντρωσης, της κατάθλιψη, και της οξυθυμίας, καταλήγει ο κ. Θεοδωράκης.
health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ, 4/9/2013

Σχετικά άρθρα