Μελέτη που έγινε για λογαριασμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας δείχνει ότι τα άτομα που έχουν γενετική προδιάθεση να είναι υπέρβαρα έχουν επίσης και μεγαλύτερο κίνδυνο να είναι καπνιστές και μάλιστα να καπνίζουν περισσότερο από το μέσο όρο.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο British Medical Journal, επιστημονική ομάδα του Διεθνούς Πρακτορείου για την Έρευνα του Καρκίνου ( IARC), με επικεφαλής τον Δρ Πολ Μπρενναν, ανακάλυψε περίπου 70 γονίδια που για πρώτη φορά μπορούν να αιτιολογήσουν αυτόν τον συσχετισμό.
Συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε ότι ο αυξημένος Δείκτης Μάζας Σώματος, το ποσοστό σωματικού λίπους και η περίμετρος της μέσης, σχετίζονται «με υψηλότερο κίνδυνο να είναι κανείς καπνιστής, με μεγαλύτερη ένταση καπνίσματος, όπως αυτό υπολογίστηκε από τον αριθμό των τσιγάρων σε ημερήσια βάση».
«Βάσει γενετικών δεικτών της παχυσαρκίας, η μελέτη μας επιτρέπει να κατανοήσουμε καλύτερα την περίπλοκη σχέση παχυσαρκίας και καπνίσματος», λέει ο Δρ Μπρενναν και συμπληρώνει ότι η έρευνα δείχνει επίσης ότι υπάρχει μια κοινή βιολογική βάση για τις εθιστικές συμπεριφορές, όπως η εξάρτηση από τη νικοτίνη, και τη σχέση με την υψηλή ενεργειακή πρόσληψη.
Ο ειδικός λέει ακόμα ότι η κατανόηση του συσχετισμού θα αποτελέσει ένα πολύτιμο εργαλείο για την επιτυχημένη διακοπή του καπνίσματος, μια ανθυγιεινή συνήθεια που στοιχίζει τη ζωή σε επτά εκατομμύρια άτομα, παγκοσμίως, κάθε χρόνο σύμφωνα με στοιχεία του ΠΟΥ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι καπνιστές έχουν χαμηλότερο σωματικό βάρος από τους μη καπνιστές, πιθανόν λόγω μειωμένης όρεξης, αλλά πολλοί παίρνουν βάρος όταν σταματήσουν να καπνίζουν.