Το κάπνισμα σπάνια διακόπτεται
Η Ημέρα κατά του Καπνού (31 Μαΐου) αφιερώθηκε σε διάφορες εκδηλώσεις,
από τις οποίες η πιο διεισδυτική ήταν η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων
μιας έρευνας που ανέλαβε το Ελληνικό Καρδιολογικό Ιδρυμα και που
απεκάλυψε ότι 10% των παιδιών στην αρχή της εφηβείας τους καπνίζουν και
ότι τα δύο τελευταία χρόνια στις ηλικίες αυτές επισημαίνεται αύξηση της
καταναλώσεως τσιγάρων κατά 2%.
Σίγουρα η απειλή του κινδύνου στεφανιαίας νόσου που εμφανίζεται πρωιμότερα στους καπνιστές έχει για τα νέα παιδιά πολύ μικρή σημασία. Γι’ αυτά τα 50 χρόνια είναι η ηλικία του Μαθουσάλα. Αλλά όταν φθάσουν στην ηλικία αυτή (τα χρόνια περνούν γρήγορα), όταν ό,τι απομείνει από προσδοκία ζωής γίνεται πτωχότερο, η εξάρτηση από τον καπνό είναι τόση που η διακοπή αποτελεί ηρωική προσπάθεια, που απαιτεί αυτόχρημα επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος.
Και τούτο παρά την επικρεμαμένη απειλή. Η αύξηση της νοσηρότητας από τα στεφανιαία αγγεία σε σχέση με το κάπνισμα αποτελεί πλέον αξίωμα. Από 40ετίας έχει γίνει γνωστό ότι ο κίνδυνος επελεύσεως της νόσου μεταξύ των καπνιστών υπερβαίνει κατά 70% αυτόν των μη καπνιστών. Προσφάτως επεβεβαιώθη ότι την ίδια ευαισθησία παρουσιάζουν και οι γυναίκες.
Αποφρακτική νόσο των αρτηριών των κάτω άκρων παθαίνουν, πλην των διαβητικών, μόνον οι καπνιστές. Εμφράγματα του μυοκαρδίου σε άτομα κάτω των 45 ετών επιπίπτουν σχεδόν αποκλειστικά επί μεγάλων καπνιστών. Παρά ταύτα, και μολονότι οι πληροφορίες αυτές έχουν μεταφερθεί προς το κοινό κατά κόρον, πολύ πρόσφατη μελέτη από τη Mayo Clinic αποκαλύπτει ότι το 63% των ασθενών που υπεβλήθησαν σε διάνοιξη των στεφανιαίων τη βοηθεία αγγειοπλαστικής (μπαλονάκι) δεν διέκοψαν το κάπνισμα. Μεταξύ αυτών υπερείχαν οι νεαροί, εκείνοι που επιβαρύνοντο και από άλλους παράγοντες (διαβήτης, υπερχοληστερολαιμία, αυξημένη πίεση) και εκείνοι που ήσαν οι βαρύτεροι καπνιστές.
Και ταύτα παρά τις προειδοποιήσεις των ιατρών τους που τους εξήγησαν ότι 3-5 χρόνια μετά τη διακοπή του καπνίσματος ο κίνδυνος εμφράγματος του μυοκαρδίου γίνεται όσος και επί των μη καπνιστών και ότι ήδη από του δευτέρου έτους της διακοπής η προδιάθεση προς τη στεφανιαία νόσο μειώνεται κατά 70%.
Ακόμη πιο σαφής είναι η ωφέλεια ύστερα από καρδιακές επεμβάσεις και ιδίως αγγειοπλαστικές ενώ η συνέχιση του καπνίσματος εξουδετερώνει το θεραπευτικό αποτέλεσμα.
Εν τούτοις, παρά τις ενημερώσεις, τις απειλές, τον φόβο που γέννησε η προηγηθείσα της θεραπείας νόσος, οι πλείστοι απεμπολούν την προσδοκία καλής ζωής για να συνεχίσουν το κάπνισμα.
Διατί άραγε; Απλούστατα διότι η νικοτίνη είναι ουσία που δημιουργεί εξάρτηση και ο μόνος τρόπος εξουδετερώσεως του άγχους που παράγει η εξάρτηση είναι το τσιγάρο.
Η συνέχισή του, εις πείσμα του φόβου θανάτου, που διακατέχει τον καρδιοπαθή άρρωστο, είναι η πιο σαφής απόδειξη της εξαρτήσεως αυτής.
Οι προσπάθειες καταπολεμήσεως της επιθυμίας του τσιγάρου, παρά την οργάνωση ειδικών Κέντρων Απεξαρτήσεως, τη χρήση αυτοκόλλητων με νικοτίνη ή τη μάσηση νικοτίνης, ακόμη και την εισαγωγή σε νοσοκομείο, είχαν απογοητευτικά αποτελέσματα. Το 65% των μαρτυρησάντων επέστρεψε στο κάπνισμα.
Το συμπέρασμα είναι ένα: το κάπνισμα δεν πρέπει να αρχίσει και η προσπάθεια θα πρέπει να στραφεί προς τους νέους.
Θα απαιτηθεί προς τούτο πείσμων και συστηματική πλύση εγκεφάλου από μέρους γονέων και διδασκάλων (μη καπνιζόντων κατά προτίμησιν) και ουδέν έτερον. Ο υπογράφων δεν φρονεί ότι οι διαφημίσεις των καπνοβιομηχανιών έχουν σπουδαία επιρροή, όπως άλλωστε και οι αντικαπνιστικές, που ίσως έχουν και το αντίθετο αποτέλεσμα αφήστε δε ότι είναι και αντιαισθητικές, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Α. Καρκαγιάννης στην «Καθημερινή» τής 31/5.
ΕΥΤΥΧΙΟΣ ΒΟΡΙΔΗΣ
(Ο κ. Ευτύχιος Βορίδης είναι καθηγητής της Ιατρικής)
Το ΒΗΜΑ – 05/07/1998