15 Μαρτίου, 2010
Παγκόσμιο ρεκόρ η Ελλάδα στο κάπνισμα
Πρωτοφανής για τα διεθνή δεδομένα -αναλογικά- αριθμός καπνιστών «εντοπίστηκε» από έρευνα, σε δύο νομούς της Ελλάδας, της Δράμας και της Ξάνθης.
Η συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων (το 67% των ενηλίκων ανδρών και γυναικών κατά μέσο όρο) στις δύο αυτές καπνοπαραγωγικές περιοχές καπνίζει, ποσοστό που δεν έχει καταγραφεί σε καμία άλλη περιοχή του κόσμου!
Η Ελλάδα, με μέσο όρο καπνιστών περί το 46%, κατατάσσεται στην πρώτη θέση διεθνώς, φαίνεται όμως ότι υπάρχουν περιοχές εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων, στις οποίες η κατάσταση χαρακτηρίζεται «ακραία». Τα μηνύματα για τον περιορισμό των βλαπτικών συνηθειών για την υγεία δεν φτάνουν στις ημιαστικές και αγροτικές περιοχές της χώρας, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από άλλες παραμέτρους που συνδέονται με την πρόληψη και την ποιότητα ζωής.
Αντίθετα από ό,τι θα ανέμενε κανείς, αφού μέχρι τώρα αποδίδαμε την κακοδαιμονία στην αστικοποίηση, στην περιφέρεια η εικόνα είναι εξίσου κακή ή και χειρότερη, όσον αφορά τη διατροφή και τη φυσική άσκηση.
Η έρευνα διενεργήθηκε στο διάστημα Απριλίου – Μαΐου του 2008 στους νομούς Ξάνθης και Δράμας σε στρωματοποιημένο δείγμα 500 ενηλίκων σε κάθε νομό, με τη μέθοδο των ατομικών συνεντεύξεων στον χώρο κατοικίας των ερωτηθέντων. Την ευθύνη είχε ο τομέας Οικονομικών της Υγείας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας στο πλαίσιο των έργων δημιουργίας Διασυνοριακών Κέντρων Δημόσιας Υγείας στην περιοχή, που χρηματοδοτούνται κατά 75% από το κοινοτικό πρόγραμμα «Intereg 3» και κατά 25% από το ελληνικό Δημόσιο. Γι’ αυτό και εκτός από το επίπεδο υγείας του πληθυσμού διερευνήθηκαν και άλλοι παράγοντες που αφορούν τη χρησιμοποίηση των υπηρεσιών και την ευελιξία του Συστήματος Υγείας».
Οι διαπιστώσεις ενδεχομένως αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που επικρατεί και σε άλλες ακριτικές περιοχές της χώρας:
– Το 71,2% του δείγματος στον νομό Δράμας και το 64,4% στον νομό Ξάνθης είναι καπνιστές (4% και 2,8% αντίστοιχα δηλώνουν πρώην καπνιστές).
– Μόνο το 5% των ερωτηθέντων στη Δράμα και το 3% στην Ξάνθη, είχαν έντονη σωματική δραστηριότητα ή άσκηση για μισή ώρα την ημέρα, πέντε έως επτά φορές την εβδομάδα, που αποτελεί τον ελάχιστο προτεινόμενο χρόνο για τη διασφάλιση καλής υγείας.
– Οι διατροφικές τους συνήθειες παρουσιάζουν επίσης μεγάλη απόκλιση από τα προτεινόμενα πρότυπα. Πάνω από το 90% των κατοίκων καταναλώνουν περισσότερο κόκκινο κρέας από ό,τι πρέπει και μόνον ένας ή δύο στους δέκα, ικανοποιητικές ποσότητες λιπαρών ψαριών, φρούτων και λαχανικών.
Σοβαρές συνέπειες
Ο συνδυασμός καπνίσματος, κακής διατροφής και έλλειψης άσκησης αναμένεται να έχει σοβαρές συνέπειες στο προσδόκιμο επιβίωσης, τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα τα αμέσως επόμενα χρόνια. Είναι φανερό ότι στις καπνοπαραγωγικές περιοχές τα μηνύματα για τον περιορισμό του καπνίσματος δεν φθάνουν ή αποτελούν κενό γράμμα…
Σήμερα, στην πλειονότητά τους οι ερωτηθέντες εκτιμούν ότι η υγεία τους είναι καλή ή και πολύ καλή, όμως σχεδόν οι μισοί (45%) αναφέρουν ότι λαμβάνουν τακτικά φάρμακα για κάποιο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν. Η κύρια κατηγορία παθήσεων από τις οποίες πάσχουν είναι τα καρδιολογικά νοσήματα και οι παθήσεις του κυκλοφορικού. Μάλιστα, οι περισσότεροι (το 85% των κατοίκων στον νομό Δράμας και το 77% στην Ξάνθη) έκαναν χρήση, κατά τη διάρκεια του έτους, των υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας της περιοχής τους.
Ομως, οδοντίατρο επισκέφθηκαν λίγοι (περίπου το 25%) και αυτοί όταν αντιμετώπισαν επείγον πρόβλημα και χρειάζονταν άμεσα θεραπεία. Το κενό στην οδοντιατρική φροντίδα, το κόστος της οποίας δεν καλύπτεται από τα ασφαλιστικά ταμεία συσχετίζονται με την αδυναμία πολλών νοικοκυριών να ανταποκριθούν στις οικονομικές απαιτήσεις.
Ενας άλλος ιδιαίτερα επιβαρυντικός παράγοντας γι’ αυτούς είναι το άγχος, που πολλοί πιστεύουν ότι είναι συνώνυμο της ζωής στις μεγαλουπόλεις. Οι μισοί κάτοικοι της Ξάνθης και το 55,7% των κατοίκων της Δράμας ανέφεραν ότι αισθάνονται αγχωμένοι όλη ή την περισσότερη ώρα, δεν δήλωναν όμως το ίδιο θλιμμένοι. Η επίπτωση της θλίψης δεν είναι τόσο μεγάλη στην περιφέρεια, όσο στα αστικά κέντρα. Ισως γιατί στις μικρές πόλεις και τις αγροτικές περιοχές, η κοινωνική συνοχή είναι μεγαλύτερη. Οκτώ στους δέκα ερωτηθέντες ανέφεραν ότι «οι γύρω τους ενδιαφέρονται γι’ αυτούς» και έξι στους δέκα ότι «είναι εύκολο να έχουν πρακτική βοήθεια από τους γείτονές τους αν χρειαστεί»…°
Της Γαληνης Φουρα
Καθημερινή, Δευτέρα, 15 Mαρτίου 2010