Τα light τσιγάρα στέλνουν στον εγκέφαλο σχεδόν την ίδια νικοτίνη με τα κανονικά τσιγάρα
Εδώ και δεκαετίες οι καπνοβιομηχανίες προωθούν στην αγορά τα
αποκαλούμενα ελαφρά (light) τσιγάρα -που περιέχουν λιγότερη νικοτίνη
από τα κανονικά- με το σκεπτικό ότι για το λόγο αυτό είναι λιγότερο
επιβλαβή για την υγεία των καπνιστών.
Όμως μια νέα έρευνα του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας Λος Άντζελες (UCLA) δείχνει ότι τελικά τα light τσιγάρα στέλνουν στον εγκέφαλο σχεδόν την ίδια νικοτίνη.
Η έρευνα του καθηγητή ψυχιατρικής δρος Άρθουρ Μπρόντι και των συνεργατών του, η οποία δημοσιεύεται στο διεθνές περιοδικό νευροψυχοφαρμακολογίας (International Journal of Neuropsychopharmacology), δείχνει ότι τα τσιγάρα χαμηλής περιεκτικότητας σε νικοτίνη (0,6 – 1 χιλιοστόγραμμα) δρουν παρόμοια με τα κανονικά τσιγάρα (με περιεκτικότητα νικοτίνης 1,2 – 1,4 χιλιοστόγραμμων), καταλαμβάνοντας ένα εξίσου σημαντικό ποσοστό των υποδοχέων νικοτίνης στον εγκέφαλο, σύμφωνα με την ηλεκτρονική υπηρεσία Science Daily.
Οι ερευνητές έλεγξαν επίσης τα τσιγάρα με σχεδόν μηδενική νικοτίνη (0,05 χιλιοστόγραμμα), τα οποία προορίζονται για βοήθημα στις θεραπείες διακοπής του καπνίσματος, και διαπίστωσαν ότι ακόμα και ένα τόσο μικρό επίπεδο νικοτίνης είναι αρκετό για να καταλάβει ένα σημαντικό ποσοστό των εγκεφαλικών υποδοχέων.
Στον εγκέφαλο, η εισπνεόμενη νικοτίνη προσδένεται σε συγκεκριμένα μόρια των νευρικών κυττάρων, που αποκαλούνται νικοτινικοί υποδοχείς ακετυλοχολίνης. Η ακετυλοχολίνη είναι νευροδιαβιβαστής που απελευθερώνει τη χημική ουσία ντοπαμίνη, που προκαλεί ευχαρίστηση. Η νικοτίνη μιμείται την ακετυλοχολίνη στον εγκέφαλο, αλλά η επίδρασή της είναι πιο μακροχρόνια, απελευθερώνοντας περισσότερη ντοπαμίνη. Οι περισσότεροι επιστήμονες πιστεύουν ότι αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που το κάπνισμα είναι τόσο εθιστικό, όπως δήλωσε ο Μπρόντι.
Σε μια προηγούμενη έρευνα οι ερευνητές είχαν ανακαλύψει ότι το κάπνισμα ενός κανονικού τσιγάρου προκαλεί κατάληψη του 88% των εγκεφαλικών υποδοχέων νικοτίνης. Ένα light τσιγάρο, σύμφωνα με τη νέα έρευνα, οδηγεί σε κατάληψη του 26% έως 79% των ίδιων υποδοχέων, ένα ποσοστό που παραμένει σημαντικό, όπως δήλωσε ο Μπρόντι.
Πηγή ΑΠΕ – 06/10/2008 01:40