Με αυξημένο κίνδυνο σχιζοφρένειας σχετίζεται το κάπνισμαΤο κάπνισμα ύποπτο για πρόκληση σχιζοφρένειας
Τριπλάσια πιθανότητα εμφάνισης ψυχωσικών συμπτωμάτων που σχετίζονται με τη σχιζοφρένεια και μάλιστα σε νεότερη ηλικία έχουν οι καπνιστές, σύμφωνα με βρετανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο The Lancet Psychiatry.
Ερευνητές του Ινστιτούτου Ψυχιατρικής, Ψυχολογίας και Νευροεπιστήμης του Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου, με επικεφαλής τον Δρ Τζέημς ΜακΚάμπι, ανέλυσαν στοιχεία 61 ήδη δημοσιευμένων μελετών, οι οποίες έγιναν μεταξύ 1980-2014 και αφορούσαν συνολικά 14.555 καπνιστές και 273.162 μη καπνιστές.
Από την επεξεργασία των στοιχείων προέκυψε ότι η νικοτίνη μπορεί να επιφέρει αλλοιώσεις στον εγκέφαλο, ιδίως μέσω υπερπαραγωγής της ντοπαμίνης, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο ψύχωσης. Η υπερβολική ντοπαμίνη αποτελεί τη βασική βιολογική εξήγηση για την εμφάνιση ψύχωσης. Προηγούμενες μελέτες είχαν επίσης διαπιστώσει μια ανάλογη συσχέτιση μεταξύ κάνναβης και σχιζοφρένειας. Σύμφωνα και με τα νέα στοιχεία, περίπου ένας στους 100 ανθρώπους (1%) μπορεί να εκδηλώσει σχιζοφρένεια, ποσοστό που διπλασιάζεται (2%) στην περίπτωση των τακτικών καπνιστών.
Από την παρούσα μεταναλυση προέκυψε ότι, το 57% των ανθρώπων με ψύχωση ήταν ήδη καπνιστές όταν είχαν το πρώτο ψυχωσικό επεισόδιό (παράνοια, ψευδαισθήσεις κ.α.). Επίσης, οι καθημερινοί καπνιστές είχαν υπερδιπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν σχιζοφρένεια σε σχέση με τους μη καπνιστές, ενώ οι καπνιστές εκδήλωναν την εν λόγω ψυχική νόσο κατά μέσο όρο ένα έτος νωρίτερα από τους καπνιστές.
Σύμφωνα με τον Δρ ΜακΜάμπι, «η νέα μελέτη ανοίγει πράγματι τα μάτια μας, όσον αφορά την πιθανότητα ο καπνός όντως να είναι η αιτία για την ψύχωση». Επισημαίνει ωστόσο ότι χωρίς μια κλινική δοκιμή είναι δύσκολο να επιβεβαιωθεί μέσω στατιστικών αναλύσεων ότι όντως υπάρχει σχέση αιτίου-αποτελέσματος μεταξύ καπνίσματος και σχιζοφρένειας.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι ψυχίατροι τονίζουν ότι, πέρα από το κάπνισμα, υπάρχουν πολλοί άλλοι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση ψύχωσης, τόσο γενετικοί όσο και περιβαλλοντικοί.
Επιμέλεια: Μαίρη Μπιμπή
health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ