The Insider: Οι Βλαβερές Συνέπειες Του Καπνίσματος;
Αυτό πού είχαμε αποφασίσει με τον Eric Roth [σ.τ.μ. συν-σεναριογράφου],
από τις αρχές της ταινίας, ήταν ότι δεν θα υπήρχε τίποτε διδακτικό και
δεν θα χειραγωγούσαμε τον θεατή. Θα προσβαλλόμουν, αν κάποιος είχε την
αγένεια και το θράσος, να μου πει τι να κάνω στην ζωή μου. Αυτή η
ταινία δεν είναι για "το αν πρέπει ή δεν πρέπει να καπνίζουμε". Αυτό
είναι μια επιλογή που κάνει ο καθένας μας.
Ο Eric Roth και εγώ είμαστε καπνιστές. Καπνίζαμε στο Broadway Deli στην Santa Monica, όταν γράφαμε το σενάριο. Η ταινία αναφέρεται στην εξουσία των επιχειρήσεων, στην κατάχρηση εξουσίας. Και στις τεράστιες επιχειρήσεις με υψηλή κερδοφορία, οι οποίες στην πραγματικότητα ανήκουν στο κλάδο της εμπορίας ναρκωτικών. Από την δικιά τους σκοπιά, έχουν μια υπέροχη επιχείρηση -έχουν μια αγορά εθισμένη στο προϊόν τους.
Στην ταινία βλέπουμε τι κάνουν από την σκοπιά του Jeffrey Wigand [σ.τ.μ. χαρακτήρα που υποδύεται ο Russell Crowe]. Και τώρα προσεγγίζουμε τον λόγο για τον οποίο αυτή η ταινία έγινε: έχουμε την ευκαιρία να ανιχνεύσουμε τις εμπειρίες κάποιου, ο οποίος σαν και εμάς, δεν είναι τέλειος. Ο Jeffrey έλεγε: "είμαι περισσότερο ένας άνθρωπος της επιχείρησης". Κατανοούσε την επιχειρηματική ζωή -ήταν ένα προϊόν της, πίστευε σ’ αυτήν, πίστευε ότι όλες οι επιχειρήσεις θα έπρεπε να διοικούνται σαν την Johnson & Johnson.
ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΩΝ
Ήθελα πολύ να κάνω μια ταινία χαρακτήρων, στην οποία το κοινό θα παρακολουθούσε από πολύ κοντά τους ήρωες, θα τους ζούσε. Ήθελα να υπάρχει μια ασυνήθιστα στενή σχέση ανάμεσα στο κοινό και του χαρακτήρες της ταινίας -και μέσω αυτής της σχέσης [το κοινό] να συναισθάνεται τους χαρακτήρες, το τι στα αλήθεια ζουν σε μια τόσο προσωπική εμπειρία.
Ο Wigand και ως χαρακτήρας, αλλά και στην πραγματικότητα, είναι για μένα πολύ ανθρώπινος. Τον θεωρώ πολύ δυνατό συναισθηματικά, γιατί δεν είναι ένας μονοδιάστατος χαρακτήρας της μυθοπλασίας. Ποτέ δεν θα μπορούσα να φανταστώ μια σκηνή, στην οποία πηγαίνει στην Νέα Υόρκη για να δώσει συνέντευξη και δεν έχει την δύναμη να το πει στην γυναίκα του. Και σε κλάσματα του δευτερολέπτου, πριν αυτή το μάθει, αγωνιά, γιατί καταλαβαίνει ότι τελικά είναι αναπόφευκτό, ότι θα το μάθει. Απλώς δεν μπορεί να της το πει. Αυτή είναι η ζωή -αυτό πραγματικά συμβαίνει στην ζωή.
Βρίσκω το θέμα της ταινίας ενδιαφέρον, γιατί είναι ανθρώπινο. Τι σημαίνει αυτό; σημαίνει ότι ο στόχος μου ήταν να κάνω ένα καλό δράμα. Και αυτή η ιστορία είναι βασικά ένα καλό δράμα. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ανθρώπινη εμπειρία, η ιστορία της ταινίας λίγη σχέση έχει με το κάπνισμα, λιγότερο με την τηλεοπτική εκπομπή: έχει σχέση με τα γεγονότα που συμβαίνουν στην ζωή μας.
Και αυτό είναι το καλό δράμα. Είναι δύσκολο να το περιγράψεις, να του δώσεις μια ονομασία, γι’ αυτό και μιλάμε για την δραματική πλοκή, για το φόντο που διαδραματίζεται η ιστορία. Αλλά αν η ιστορία λειτουργεί, είναι γιατί, στην πραγματικότητα, ο θεατής ταυτίζεται με τον κεντρικό χαρακτήρα [τον Wigand] και μ’ αυτά που περνά.
Αυτό που βρήκα γοητευτικό στους χαρακτήρες της ταινίας, είναι ότι είναι πολυδιάστατοι. Βρίσκω αρκετά ενδιαφέρον το γεγονός ότι αυτοί δεν είναι τυποποιημένοι "ήρωες". Σ’ άλλες ταινίες παρουσιάζονται μονοδιάστατες και φυσιολογικές συμπεριφορές, τις οποίες οι θεατές ίσως θεωρήσουν ως ηρωικές. Αυτό δεν μ’ ενδιέφερε. Δεν έχει αρκετή συναισθηματική δύναμη.
Βρίσκω κάποιον αληθινό άνθρωπο, όπως ο Jeffrey Wigand: ταυτίζομαι μ’ αυτόν πιο πολύ.
Τώρα ρωτώ τον εαυτό μου :" Γιατί ταυτίζομαι μαζί του τόσο πολύ; "
Μπορώ να το αναλύσω.
Αυτό που συμβαίνει είναι ότι, είναι προσβάσιμος και μπορώ να ταυτιστώ μαζί του γιατί είναι αληθινός. Είναι γεμάτος ελαττώματα. Δεν έχει καθαρά κίνητρα. Δεν είναι τέλειος. Δεν υπάρχει ένας καταλύτης στην δραματική πλοκή, κάποιος που ενεργοποιεί την δράση. Δεν συμβαίνει αυτό.
Οι άνθρωποι, στην αληθινή ζωή, δεν χωρίζουν όπως στις ταινίες: αφού έχουν περάσει ένα καθοριστικό γεγονός -και αμέσως μετά χωρίζουν. Το γυροφέρνουν στο μυαλό τους, το σκέφτονται και τελικά μετά από δύο χρόνια το κάνουν. Έτσι συμβαίνουν τα γεγονότα στις ζωές μας.
Η ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ
Έκανα τον οπερατέρ σχεδόν στο ένα τρίτο των γυρισμάτων αυτής της ταινίας. Παρατηρούσα τον κεντρικό χαρακτήρα [τον Wigand]. Και ορισμένες φορές σαν οπερατέρ είχα την αίσθηση ότι ήμουν αυτός. Και αν κατάφερνα να έχω αυτό το βλέμμα μέσα από το σκόπευτρο της μηχανής, τότε αυτό θα υπήρχε και στην οθόνη.
Όλα έχουν κάποια σχέση με την φόρμα, όχι μόνο που είναι τοποθετημένη η κάμερα, αλλά στο πώς τα πράγματα καδράρονται, πως οι ηθοποιοί είναι ντυμένοι, τι σκηνοθετώ, οι ρυθμοί, τις σκέφτονται.
Πως πρέπει να τους στήσω, όταν ξέρω ότι πρόκειται να υπάρξει κάτι ενδιαφέρον: ο Lowell (Bergman) [σ.τ.μ. χαρακτήρα που υποδύεται ο Al Pacino] πρόκειται να πει κάτι στον Jeffrey.
Πως στήνω τον Jeffrey έτσι ώστε να υπάρχει μια ασαφής απάντηση ή μια αμήχανη έκφραση. Γενικά σ’ αυτήν την ταινία αν κάποιος μιλούσε ωραία, τότε αυτό οπωσδήποτε ήταν λάθος.
Η πρόθεση μου ήταν να μην κάνω ένα κομψό, κάπως απόμακρο, docudrama [σ.τ..μ είδος δραματικής ταινίας, της οποίας το θέμα της βασίζεται σε αληθινά γεγονότα]. Δεν μ’ ενδιέφερε καθόλου.
Ήθελα να συν-αισθανθεί ο θεατής τον Jeffrey Wigand. Ήθελα να τον κάνω να παρακολουθήσει από κοντά τον Lowell Bergman. Ήθελα ο θεατής αν είναι εκεί, μαζί τους -εκεί βρίσκονται οι πραγματικές εμπειρίες που έπρεπε να ζήσουν.
Η ταινία είναι δυόμισι ώρες διάλογοι. Τα πάντα σ’ αυτήν είναι διάλογοι. Από την μια πλευρά αυτό ήταν ένας τρομακτικός περιορισμός. Από την άλλη όμως θα μπορούσε να το δεις σαν μία μεγάλη περιπέτεια.
Κάποιος με ρώτησε "Πως ήταν να κινηματογραφείς όλα αυτά τα τηλεφωνήματα;"
Του απάντησα ότι ήταν υπέροχα : βάζεις δύο ανθρώπους να μιλούν στο τηλέφωνο, όντας σε διαφορετικές τοποθεσίες.
Ήθελα να σκηνοθετήσω, προσπάθησα να σκηνοθετήσω το θέμα. Εκεί βρήκα το νόημα της κάθε σκηνής. Μπορείς να γράψεις την ιστορίας κάποιων σκηνών μ΄ ένα τρόπο που να είναι απόλυτα συναφής με το περιεχόμενο. Ωστόσο αυτός ο τρόπος δεν έχει σχέση με τον διάλογο που ακούς.
[τα αποσπάσματα προέρχονται από
συνεντεύξεις του Michale Mann στα ηλεκτρονικά
περιοδικά roughcut.com / 8-11-1999, salon.com/ 4-11-1999 και infoplease.com.
Επιμέλεια Δ.Μ.]