Πώς οι βιομηχανίες εμποδίζουν τους καπνιστές να κόψουν το τσιγάρο

Με ποιον τρόπο ενισχύουν τις ιδιότητες της νικοτίνης και καλύπτουν τις βλαβερές συνέπειες του καπνού.

Εκτός από τη δύναμη της διαφήμισης, ένας άλλος, πιο σίγουρος τρόπος για να πουλήσει ένα προϊόν είναι να γίνει απαραίτητο στους καταναλωτές ή, με άλλα λόγια, οι καταναλωτές να εθιστούν σε αυτό. Ας πάρουμε για παράδειγμα το τσιγάρο. Ενώ εκατομμύρια καπνιστές σε όλο τον κόσμο προσπαθούν με χίλιους δύο τρόπους να κόψουν το κάπνισμα, με μικρά ποσοστά επιτυχίας, νέες έρευνες φανερώνουν ότι οι καπνοβιομηχανίες ­ εδώ και πολλά χρόνια ­ έχουν βρει τρόπους να κάνουν τα τσιγάρα πιο εθιστικά, εξαπατώντας τόσο τους καταναλωτές όσο και τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες ελέγχου.

Οι καπνοβιομηχανίες κατηγορούνται ότι προσθέτουν στα τσιγάρα πολλές και διάφορες ουσίες οι οποίες αυξάνουν τον εθισμό ενώ ταυτόχρονα καθιστούν πιο δύσκολη τη διακοπή της βλαβερής συνήθειας του καπνίσματος. Βρετανικές αντικαπνιστικές οργανώσεις ζήτησαν πρόσφατα να σταματήσει αυτή η τακτική, ισχυριζόμενες ότι οι κανονισμοί οι οποίοι ισχύουν για τα πρόσθετα των τσιγάρων στην Ευρωπαϊκή Ενωση είναι ανεπαρκείς.

Η κύρια δικαιολογία των καπνοβιομηχανιών για τη χρήση πρόσθετων ουσιών είναι ότι βελτιώνουν τη γεύση των ελαφρών τσιγάρων ενώ οι ποσότητες πίσσας και νικοτίνης διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα. Απέκρυψαν όμως το γεγονός ότι αυτές οι ουσίες ενισχύουν τις ιδιότητες της νικοτίνης, καθώς επίσης ότι πολλές από αυτές καλύπτουν τις βλαβερές συνέπειες του καπνού.

Εκπρόσωπος των βρετανικών καπνοβιομηχανιών δήλωσε ότι η έρευνα που έγινε αφορά τις ΗΠΑ και ότι το 90% των βρετανικών τσιγάρων δεν περιέχουν πρόσθετα, αλλά ο δρ Μάρτιν Τζάρβις, του Αυτοκρατορικού Αντικαρκινικού Ιδρύματος Ερευνών, τόνισε: «Εξω από την καπνοβιομηχανία κανείς δεν γνωρίζει ποια πρόσθετα χρησιμοποιούνται και σε ποιες μάρκες. Η δικαιολογία των καπνοβιομηχανιών για τη χρήση των προσθέτων είναι ότι βοηθούν τα τσιγάρα με χαμηλή περιεκτικότητα σε πίσσα να καπνίζονται ευκολότερα. Γνωρίζουμε όμως ότι τα τσιγάρα αυτά είναι τόσο επιβλαβή όσο και τα απλά, και έτσι η χρήση των προσθέτων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Καθώς τα πρόσθετα καθιστούν τα τσιγάρα πιο εθιστικά, οι καπνοβιομηχανίες κάνουν ακόμη πιο δύσκολο το σταμάτημα το καπνίσματος».

Η αμφιλεγόμενη επιτυχία

Προκειμένου να καταλάβουμε καλύτερα τον ρόλο που παίζουν στο κάπνισμα τα πρόσθετα, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα τσιγάρα. Η μακροχρόνια επιτυχία της καπνοβιομηχανίας είναι αποτέλεσμα της εθιστικής φύσης της νικοτίνης. Οπως αναγνώρισαν πρώτοι οι κύκλοι της καπνοβιομηχανίας, το τσιγάρο που πλασάρεται ως το ισόβιο αξεσουάρ ενός τρόπου ζωής είναι στην πραγματικότητα το όχημα ενός εθιστικού ναρκωτικού.

Η καπνοβιομηχανία Philip Morris το 1972 είχε δώσει αυτή την εξήγηση για τον πραγματικό ρόλο του τσιγάρου: «Το τσιγάρο δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως ένα προϊόν αλλά ως συσκευασία. Το προϊόν είναι η νικοτίνη. Σκεφτείτε το τσιγάρο ως συσκευασία που περιέχει την ημερήσια δόση νικοτίνης… Το τσιγάρο είναι το ανταλλακτικό εργαλείο για τη διάθεση μιας δόσης αυτής της ουσίας».

Όπως έδειξαν έρευνες που έγιναν στα τέλη της δεκαετίας του ’70, η τεράστια επιτυχία των τσιγάρων Marlboro δεν είναι είναι αποτέλεσμα μιας έξυπνης διαφημιστικής καμπάνιας. Ενώ στις αρχές του ’60 η Philip Morris ήταν η μικρότερη από τις έξι μεγάλες αμερικανικές καπνοβιομηχανίες, το 1978 τα τσιγάρα Marlboro έφθασαν να είναι τα πρώτα σε πωλήσεις στον κόσμο. Η ξαφνική και τεράστια επιτυχία της μάρκας ώθησε τις ανταγωνίστριες εταιρείες στο να ερευνήσουν τον τρόπο με τον οποίο συνέβη αυτό. Επειτα από αναλύσεις οι ανταγωνιστές ανακάλυψαν ότι η πραγματική ψυχή των τσιγάρων Marlboro δεν είναι η Αγρια Δύση και το ελεύθερο πνεύμα των καουμπόι που προβάλλει η διαφημιστική καμπάνια της μάρκας αλλά η χρήση αμμωνίας στον καπνό, η οποία ενίσχυε τα εφέ της νικοτίνης κάνοντας τα τσιγάρα αυτά πιο εθιστικά.

Οι αντίπαλοι της καπνοβιομηχανίας Philip Morris επισημαίνουν ότι η επιτυχία των τσιγάρων Marlboro οφείλεται στη μεγαλύτερη παρουσία «ελεύθερης» νικοτίνης που επιτυγχάνεται από υψηλότερο δείκτη αλκαλίων (ΡΗ), ο οποίος είναι αποτέλεσμα της χρήσης αμμωνίας. Η αμμωνία επιταχύνει την απελευθέρωση της νικοτίνης, λειτουργώντας με τον ίδιο τρόπο που χρησιμοποιείται από τους χρήστες κοκαΐνης-κρακ. Η νικοτίνη που απελευθερώνεται από καπνό εμπλουτισμένο με αμμωνία απορροφάται πολύ πιο γρήγορα από τον οργανισμό και επιδρά πολύ πιο έντονα στο νευρικό σύστημα.

Η αντικαπνιστική οργάνωση ASH και το Αυτοκρατορικό Αντικαρκινικό Ιδρυμα Ερευνών ισχυρίζονται ότι έχουν στη διάθεσή τους στοιχεία τα οποία συγκέντρωσαν από έγγραφα της βιομηχανίας καπνού και αποδεικνύουν ότι:

  1. Τα πρόσθετα αυξάνουν τον εθισμό.
  2. Χρησιμοποιούνται για να ενισχύουν τη γεύση του καπνού.
  3.  Γλυκαντικές ουσίες, όπως η σοκολάτα, κάνουν το κάπνισμα πιο ευχάριστο σε άτομα νεαρής ηλικίας.
  4. Η ευγενόλη και η μενθόλη μουδιάζουν τον φάρυγγα και έτσι καλύπτονται οι δυσάρεστες ιδιότητες του καπνίσματος.
  5. Πρόσθετα όπως το κακάο διαστέλλουν τους αεραγωγούς και ο καπνός βρίσκει ευκολότερο πέρασμα προς τους πνεύμονες.

­ Τα πρόσθετα χρησιμοποιούνται για να καλύπτουν τη μυρωδιά και την παρουσία του καπνού που δεν εισπνέεται από τον καπνιστή.

Ο κ. Κλάιβ Μπέιτς, διευθυντής της οργάνωσης ASH, ανέφερε ότι η έρευνα αυτή «ξεσκέπασε ένα σκάνδαλο που αποκαλύπτει ότι οι καπνοβιομηχανίες επίτηδες χρησιμοποιούν πρόσθετα ώστε να κάνουν τα επιβλαβή προϊόντα τους ακόμη χειρότερα. Χωρίς να ενημερώνουν κανέναν, αλλάζουν τη χημεία του εγκεφάλου των καπνιστών. Η ιδέα τού να παίρνεις ένα εθιστικό προϊόν και να το κάνεις ακόμη πιο εθιστικό είναι πολύ δυσάρεστη».

Οι αρχές στην πολιτεία της Μασαχουσέτης ανάγκασαν τις καπνοβιομηχανίες να αναγράφουν ποια πρόσθετα χρησιμοποιούν στα τσιγάρα τους και γιατί. Η καπνοβιομηχανία απάντησε σε αυτούς τους περιορισμούς με μηνύσεις. Ο δρ Γκρέγκορι Κόνολι, διευθυντής του Προγράμματος Ελέγχου Καπνού στη Μασαχουσέτη, δήλωσε: «Τα ντοκουμέντα από την καπνοβιομηχανία δημιουργούν σοβαρές ανησυχίες για τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η επεξεργασία των τσιγάρων ώστε να είναι πιο εθιστικά. Στη Μασαχουσέτη αρχίζουμε και τους ελέγχουμε και αυτό δεν τους αρέσει».

Ο κ. Τζον Καρλάιλ, διευθυντής δημοσίων σχέσεων της βρετανικής Ενωσης Καπνοβιομηχανιών, απέρριψε τις δηλώσεις αυτές ως «ανόητες» και δήλωσε ότι αποσκοπούν στον εκφοβισμό των καταναλωτών. Ο κ. Καρλάιλ ανέφερε επίσης ότι η έρευνα αφορά τα αμερικανικά τσιγάρα και ότι τα βρετανικά είναι κατά 90% χωρίς πρόσθετα. Πρόσθεσε επίσης ότι ενώ οι ουσίες αυτές έχουν εγκριθεί από την κυβέρνηση οι περισσότερες από αυτές δεν έχουν ποτέ χρησιμοποιηθεί. Συγκεκριμένα ο κ. Καρλάιλ ανέφερε: «Κάνουμε ό,τι μας ζητήθηκε από την κυβέρνηση προκειμένου οι βρετανοί καταναλωτές να εμπιστεύονται τα προϊόντα που παράγουμε».

Ο κ. Καρλάιλ συμπλήρωσε ότι αν κάποιος είναι δυσαρεστημένος με τα πρόσθετα που χρησιμοποιούνται νόμιμα στη Βρετανία θα πρέπει να διαμαρτυρηθεί στην κυβέρνηση. Δεν αποσαφήνισε όμως κατά πόσο τα πρόσθετα αυξάνουν τον εθισμό στο κάπνισμα.

Οι συνέπειες στη δημόσια υγεία

Περισσότερα από 600 πρόσθετα χρησιμοποιούνται στην κατασκευή προϊόντων καπνού στην ΕΕ, μέσα σε ένα εξαιρετικά χαλαρό πλαίσιο κανονισμών. Αν και τα πρόσθετα σε γενικές γραμμές ελέγχονται για την τοξικότητά τους, δεν υπάρχουν στοιχεία για την επίδραση που έχουν στην καπνιστική συμπεριφορά ή για το αν προκαλούν άλλες δυσάρεστες συνέπειες.

Αν μια μικρή ποσότητα κάποιας σχετικά ήπιας ουσίας που προστίθεται σε ένα προϊόν καπνού κάνει αυτό το προϊόν πιο εθιστικό και διευκολύνει την έναρξη του καπνίσματος ή τη συνέχισή του, αυτή η τακτική μπορεί να προκαλέσει μεγάλο κακό, εκθέτοντας τον καπνιστή σε περισσότερα από 4.000 χημικά, στα οποία συμπεριλαμβάνονται πολλά τοξικά και καρκινογενή.

Αν υπολογισθεί ότι περισσότεροι από 500.000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο πρόωρα στην Ευρωπαϊκή Ενωση από ασθένειες που σχετίζονται με το κάπνισμα, ακόμη και αν μόνο 1% από αυτούς τους θανάτους αποδοθεί στα χημικά πρόσθετα, καταλαβαίνουμε ότι η χρήση τους έχει μεγάλες συνέπειες στη δημόσια υγεία, όντας υπεύθυνα για δεκάδες χιλιάδες θανάτους ετησίως.

Το υπάρχον πλαίσιο κανονισμών βασίζεται στην υπόθεση ότι τα πρόσθετα χρησιμεύουν για να διευκολύνουν το «πέρασμα» των καπνιστών σε τσιγάρα με χαμηλή περιεκτικότητα σε νικοτίνη. Δεν υπάρχουν ωστόσο στοιχεία που να φανερώνουνυν ότι τα πρόσθετα χρησιμοποιούνται μόνο σε «ελαφρά» τσιγάρα. Δημιουργείται λοιπόν η ανάγκη μιας νέας προσέγγισης του θέματος.

Το νέο πλαίσιο κανονισμών

Σύμφωνα με τους ειδικούς, απαιτείται η δημιουργία ενός νέου πλαισίου κανονισμών με το οποίο ο κατασκευαστής θα υποχρεώνεται να αποδεικνύει ότι δεν προκαλείται επιπλέον πρόβλημα από τον σχεδιασμό των προϊόντων καπνού και τη χρήση προσθέτων. Σε αυτό το νέο πλαίσιο κανονισμών πρέπει να συμπεριλαμβάνεται επίσης η αναφορά στην επίδραση που έχουν τα πρόσθετα στην καπνιστική συμπεριφορά, στο παθητικό κάπνισμα αλλά και στους κινδύνους πυρκαϊών εξαιτίας του καπνίσματος. Εφόσον είναι πρακτικά αδύνατο να κατασκευαστούν ασφαλή τσιγάρα, τότε θα πρέπει να ληφθούν μέτρα ώστε να περιοριστούν τα προβλήματα που προκαλούνται από τον καπνό. Ενα ανάλογο νέο πλαίσιο κανονισμών πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

  1. Δημοσιοποίηση. Ως ένα πρώτο βήμα οι κατασκευαστές θα έπρεπε να αποκαλύπτουν όλα τα πρόσθετα που χρησιμοποιούνται στα προϊόντα του καπνού, για κάθε μάρκα τσιγάρων, σε έναν ρυθμιστή, ο οποίος στην περίπτωση της Βρετανίας είναι το υπουργείο Υγείας. Αυτή την προσέγγιση έχουν ήδη υιοθετήσει οι αρχές στη Μασαχουσέτη και στη Βρετανική Κολομβία.
  2. Ενημέρωση της κοινής γνώμης. Οι σχετικές πληροφορίες δεν θα έπρεπε να είναι εμπιστευτικές αλλά να κοινοποιούνται μέσω δημοσιεύσεων στον Τύπο, από το Internet ή κατόπιν αίτησης του ρυθμιστή.
  3. Συσκευασία. Υπάρχουν μερικά πρόσθετα που θα έπρεπε να αναγράφονται στη συσκευασία των προϊόντων καπνού. Αυτή είναι μια ξεχωριστή απόφαση στην αίτηση δημοσιοποίησης των πληροφοριών.
  4. Δημοσιοποίηση σκοπιμότητας. Οι καπνοβιομηχανίες θα έπρεπε να δημοσιοποιούν τη σκοπιμότητα ενός προσθέτου καθώς και τις δευτερεύουσες επιπτώσεις που δημιουργεί η χρήση του ­ ασχέτως του αν είναι εσκεμμένες ή όχι.
  5. Περιεχόμενο και δημοσιοποίηση των ερευνών. Οι καπνοβιομηχανίες θα έπρεπε να αναλαμβάνουν την εκτενή τοξικολογική και φαρμακευτική ανάλυση όλων των προσθέτων που χρησιμοποιούν.
  6. Ρυθμιστικές προκλήσεις. Οι ρυθμιστές θα έπρεπε να έχουν τη δύναμη να απαγορεύσουν τη χρήση οποιουδήποτε από τα 600 πρόσθετα που επιτρέπονται ώσπου οι καπνοβιομηχανίες να αποδείξουν ότι οι ουσίες αυτές δεν προκαλούν βλάβη στους καταναλωτές. Η συγκομιδή στοιχείων είναι δύσκολη επειδή απαγορεύονται οι δοκιμές σε ζώα. Ετσι για προληπτικούς λόγους τα πρόσθετα θα έπρεπε να απαγορευθούν.
  7. Τα φαρμακευτικώς ενεργά πρόσθετα. Τα πρόσθετα που έχουν άμεσες ή έμμεσες φαρμακολογικές επιδράσεις θα έπρεπε να απαγορευθούν ώσπου να αποδειχθεί ότι η χρήση τους δεν προκαλεί βλάβες.
  8. Πράσινο φως για ορισμένα πρόσθετα. Τα πρόσθετα τα οποία είναι αναγκαία για την κατασκευή και για τη φύλαξη των προϊόντων καπνού θα έπρεπε να επιτρέπονται μόνο αν αποδειχθεί ότι η χρήση τους είναι ασφαλής και ότι δεν επηρεάζουν την καπνιστική συμπεριφορά.

Το ΒΗΜΑ, 01/08/1999 , Σελ.: A34
Κωδικός άρθρου: B12654A341
ID: 171796

2 Comments

Add a Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *